- pericerya
-
Encyclopédie Universelle. 2012.
● pericerya nom masculin Cochenille de l'oranger, ravageur redoutable, premier insecte contre lequel a été employée avec succès la lutte biologique. (On a utilisé une coccinelle, Rodalia cardinalis, prédateur naturel de cette cochenille.)
Encyclopédie Universelle. 2012.
κοχενίλη — Κοινή ονομασία ημιπτέρων εντόμων της οικογένειας των κοκκιδών, ιθαγενών του Μεξικού. Οι κ. ζουν πάνω στους κάκτους και το αποξηραμένο σώμα τους περιέχει περίπου 50% μιας φυσικής κόκκινης χρωστικής ουσίας, της καρμίνης, η οποία χρησιμοποιείται για … Dictionary of Greek
ομόπτερα — (homoptera). Τάξη εντόμων με ατελή μεταμόρφωση, ετερομετάβολα ολιγομετάβολα, δηλαδή με νεανικές μορφές που διαφέρουν λίγο από τα ακμαία έντομα, γιατί ζουν στο ίδιο περιβάλλον. Τα ο. περιλαμβάνουν περίπου 25.000 είδη. Χαρακτηριστικό τους δε είναι… … Dictionary of Greek